Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2019

Ο Άγιος Νεκτάριος συκοφαντούμενος και διωκόμενος-Παράκληση

    ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ 

Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου Θεολόγου - Καθηγητού

Το μεγάλο και διαρκές θαύμα στην Εκκλησία μας είναι η αδιάκοπη εμφάνιση αγίων. Ουδέποτε υπήρξε εποχή, στο δισχιλιόχρονο διάβα της ιστορίας της, που να μην υπήρχαν άγιοι. Ουδέποτε έλειψαν από την Εκκλησία μας οι άγιοι και αυτό είναι το μόνιμο θαύμα στη δισχιλιόχρονη ιστορική Της πορεία. Οι άγιοι, άνδρες και γυναίκες, είναι τα ορατά σημεία της λυτρωτικής ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο αναγεννά τους ανθρώπους και τους καθιστά θεοειδείς υπάρξεις, εικόνες καθαρές του Τριαδικού Θεού, κατά χάριν θεουμένους. Ουδέποτε θα υπάρξει εποχή, που να μην υπάρχουν άγιοι στην Εκκλησία. Κάποιος μεγάλος ασκητής έγραψε πως η απουσία αγίων στον κόσμο, θα σημάνει και το τέλος του. 
Το πλέον παρήγορο και ελπιδοφόρο γεγονός είναι ότι και στη σύγχρονη εποχή της γενικής αποστασίας και της πολυποίκιλης ανταρσίας κατά του Θεού, αναδεικνύονται θεοφόροι και πνευματοφόροι άγιοι, εφάμιλλοι των αγίων της αρχαίας Εκκλησίας. Κι’ αυτό διότι, όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος «ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ.5,20). Όπου ο διάβολος καλλιεργεί το δικό του αγρό, με τα ζιζάνια, καλλιεργεί και ο Θεός το δικό Του αγρό, με τον αγαθό σπόρο.
Ένας τέτοιος αγαθός σπόρος εμφανίστηκε και καλλιεργήθηκε στην ταραγμένη εποχή μας. Ένας μεγάλων διαστάσεων διάτονας αστέρας μεσουράνησε στο νοητό ουρανό. Ένας αληθινός άνθρωπος του Θεού, αναγεννημένος από τη θεία χάρη, σφράγισε με την παρουσία του και το έργο του την Εκκλησία του Χριστού, τον περασμένο αιώνα. Πρόκειται για τον άγιο Νεκτάριο τον θαυματουργό, επίσκοπο Πενταπόλεως της Αιγύπτου. Ένα χαριτόβρυτο σκεύος εκλογής του Θεού, στο πρόσωπο του οποίου, διασώθηκε το κατ’ εικόνα, όπως ψάλλει η Εκκλησία μας, και δοξάστηκε ο Θεός. Μια σύγχρονη πατερική μορφή, εφάμιλλη των μεγάλων Πατέρων της αρχαίας Εκκλησίας. Μια τέτοια καθαρή εικόνα του Θεού και αγιασμένος άνθρωπος.
Ο άγιος Νεκτάριος υπήρξε ο αγαπημένος του Θεού και ο μισητός του διαβόλου. Όποιον αγαπά ο Θεός, μισεί ο διάβολος! Το μίσος του εκφράζεται σε σωματικές ταλαιπωρίες. Έχοντας ως συνεργάτες του, ως όργανά του, επί της γης πρόσωπα διεφθαρμένα, παραδομένα στον αμοραλισμό, την φιλαυτία και την μωροφιλοδοξία, τα στρέφει κατά όσων θέλουν να ζήσουν και να πολιτευτούν θεοφιλώς.
Ο απόστολος Παύλος διαβεβαίωσε πως «πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» (Β΄Τιμ.3,12). Η εκκλησιαστική μας ιστορία και τα ηρωικά συναξάρια των αγίων μας είναι οι αψευδείς μάρτυρες των διώξεων μυριάδων αγίων της Εκκλησίας μας. Δεν υπάρχει άγιος που να μην δοκίμασε το πικρό ποτήρι των διώξεων και των δοκιμασιών (Απ. Παύλος, Άγιοι Απόστολοι, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Μ. Αθανάσιος, Μάξιμος Ομολογητής, Μάρκος Ευγενικός, Μ. Φώτιος, Κοσμάς Αιτωλός, Ιουστίνος Πόποβιτς και τόσοι άλλοι).
Η μαρτυρία του Χριστού απέβη και αποβαίνει προσωπικό μαρτύριο για τους συνειδητούς πιστούς. Ο Κύριός μας είναι ο πρώτος Μάρτυρας της Εκκλησίας μας, ο Οποίος «περιεποιήσατο (Αυτήν) δια του ιδίου αίματός» Του (Πραξ.20,28), κατά τον απόστολο Παύλο. Αυτός πρώτος συκοφαντήθηκε από το διάβολο και παραδόθηκε στα επί γης όργανά του, τους Ιουδαίους και τους Ρωμαίους για να συκοφαντηθεί, να βασανιστεί, να σταυρωθεί, να πεθάνει επάνω στο σταυρό. Οι κατοπινοί μάρτυρες και όλοι οι «δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης» (Ματθ.5,10), είναι μάρτυρες και τύποι του υπέρ ημών παθόντος, σταυρωθέντος, ταφέντος και αναστάντος Χριστού μας.
Ο Κύριος προειδοποίησε γι’ αυτή την κατάσταση, ότι η ζωή των ομολογητών του αγίου ονόματός Του θα έχει συνέπειες. Ο Χριστός τους είχε προειδοποιήσει ότι ο πτωτικός κόσμος, ο διατελών υπό την επήρεια του άρχοντα του ψεύδους θα αντιστέκονταν σθεναρά στην αποκαλυμμένη αλήθεια και οι μάρτυρες αυτής της αλήθειας θα υφίσταντο μαρτύρια για να μη λάμψει η αλήθεια και αποπεμφθεί ο πατέρας και εφευρέτης του ψεύδους από τον κόσμο. «ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων» (Ματθ.10,16) και «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν… ταύτα πάντα ποιήσουσι υμίν δια το όνομά μου» (Ιωάν,15,20). «Έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου» (Ματθ.10,22). «Παραδώσουσιν γαρ υμάς εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστηγώσουσιν υμάς… και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν» (Ματθ.10,16). 
Οι λόγοι του Κυρίου επαληθεύτηκαν στα πρόσωπα των αγίων και βέβαια στο πρόσωπο του αγίου Νεκταρίου, ο οποίος υπήρξε γνήσιος τύπος του υπέρ ημών παθόντος Χριστού. Η πολυτάραχη ζωή του υπήρξε μια ατέλειωτη περιπέτεια, μια απίστευτη καταδίωξη, έως και αυτή της φυσικής του εξοντώσεως από τις ενάντιες δυνάμεις. 
Γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1846 στη Σηλυβρία της Θράκης από πολυμελή και ευσεβή οικογένεια. Ονομάζονταν Αναστάσιος Κεφαλάς. Πρώτη του αρνητική εμπειρία από τη ζωή, η απόλυτη ένδεια, η μεγάλη φτώχεια. Οι γονείς του πάμφτωχοι δεν είχαν τη δυνατότητα να ζήσουν με αξιοπρέπεια την πολυμελή οικογένειά τους. Ο πατέρας του Δήμος Κεφαλάς εργαζόταν περιστασιακά ως ναυτικός.
Το ψωμί λιγοστό, τα κουρελόρουχα δεν επαρκούσαν για να καλύψουν τα σκελετωμένα μέλη τους. Η δυνατότητα σπουδών των παιδιών ανύπαρκτη. Η μόνη παρηγοριά και το στήριγμα της οικογένειας η πίστη στο Θεό και η ελπίδα, πως Εκείνος που τρέφει τα πετεινά του ουρανού, θα φροντίσει και γι’ αυτούς. Ο μικρός Αναστάσης, προικισμένος με ιδιαίτερη οξυδέρκεια και ψυχικό δυναμισμό βίωνε με καρτερία την οικογενειακή φτώχεια και χαλύβδωνε την παιδική του ψυχή για να αντιμετωπίσει τις κατοπινές μεγάλες περιπέτειες της ζωής του. Έμαθε από τους αγραμμάτους, αλλά ευσεβείς γονείς του να δοξάζουν το Θεό για όσα έχουν. Έκανε βίωμά του το λόγο του αποστόλου Παύλου: «έχοντες δε διατροφάς και σκεπάσματα, και τούτοις αρκεσθησόμεθα» (Α΄Τιμ.6,8). 
agios nektarios
Όταν έγινε 13 ετών, το 1860, αναγκάστηκε να ξενιτευτεί για να ζήσει. Ξεκομμένος από την οικογενειακή του στέγη και μη έχοντας καθόλου χρήματα, με μόνο εφόδιο την πίστη του στην πρόνοια του Θεού, ξεκίνησε για την Κωνσταντινούπολη, για αναζήτηση εργασίας. Αλλά ελλείψει αυτοκινητοδρόμων και αυτοκινήτων, αναγκάστηκε να ταξιδέψει ατμοπλοϊκώς. Προσπάθησε να επιβιβασθεί σε κάποιο πλοίο, αλλά κατά τον έλεγχο των εισιτηρίων τον απομάκρυναν, διότι δεν είχε χρήματα για το ναύλο. Στάθηκε στην προκυμαία και έκλαιγε γοερά. Βλέποντάς τον ο καπετάνιος τον λυπήθηκε και τον πήρε στο καράβι. Τελικά το εισιτήριο τα πλήρωσε κάποιος φιλάνθρωπος επιβάτης. 
Έφτασε στην Κωνσταντινούπολη. Αφού ταλαιπωρήθηκε για καιρό, πείνασε και κοιμήθηκε στην ύπαιθρο, βρήκε εργασία σε ένα συσκευαστήριο καπνού, σε ένα σκοτεινό, βρώμικο και ανθυγιεινό υπόγειο. Εκεί θα δοκιμάσει για πρώτη φορά την ανθρώπινη εκμετάλλευση και ασπλαχνία. Ο εργοδότης του ήταν ένας βάναυσος άνθρωπος, ο οποίος νοιάζονταν μόνο για το κέρδος της επιχείρησής του και αγνοούσε ότι οι εργαζόμενοι ήταν αυτοί που του έφερναν το κέρδος.
Ο τίμιος ιδρώτας τους και η εργατικότητά τους έκανε την επιχείρησή του κερδοφόρα. Εκμεταλλεύονταν τους εργαζομένους και μαζί τους το μικρό Θρακιώτη Αναστάση, τον οποίο όχι μόνο εκμεταλλεύονταν οικονομικά και τον εξουθένωνε εργασιακά, αλλά του φερόταν με πρωτοφανή βαναυσότητα. Τον έβαζε να εργάζεται από το ξημέρωμα ως τα μεσάνυχτα. Συχνά τον ξυλοκοπούσε αλύπητα.
Σημάδευε με πληγές και μώλωπες το παιδικό του κορμί. Η μόνη του αμοιβή ήταν στοιχειώδη τροφή και διαμονή σε κάποιο σκονισμένο πατάρι. Αυτός όμως υπόμεινε με πρωτοφανή καρτερία και υπομονή τις προσβολές χωρίς να διαμαρτύρεται. Όταν εκείνος τον έβριζε και τον ξυλοκοπούσε αυτός προσευχόταν και παρακαλούσε το Θεό να τον συγχωρήσει και να τον έχει καλά. Κι όχι μόνο αυτό, είχε ακούσει ότι οι ταλαιπωρίες της ζωής δυναμώνουν τον άνθρωπο και η υπομονή και η ανεξικακία είναι αρετές, οι οποίες προσελκύουν τη χάρη του Θεού. 
Μάλιστα, σκέφτηκε πως, παρά την κοπιώδη και πολύωρη εργασία του, για να ζήσει, έπρεπε να εργαστεί και για το Θεό, να ωφελήσει τους συνανθρώπους του. Να κάμει γνωστή στους αδιάφορους την πίστη ότι είναι ανάγκη να βάλλουν το Χριστό στην καρδιά τους, να προσελκύσουν τη θεία χάρη στη ζωή τους για να προκόψουν. Έτσι εφεύρε το εξής τέχνασμα: έβαζε στις συσκευασίες του καπνού χαρτάκια με ρητά από το Ευαγγέλιο. Αυτή η ενέργεια του έδινε μεγάλη χαρά και απάλυνε τις κακοπάθειές του. Μετά από πολύ καιρό, κάποια μέρα, τη στιγμή που τον ξυλοκοπούσε ο εργοδότης του, τον είδε ένας αγαθός έμπορος, τον λυπήθηκε και τον πήρε στο επιπλοποιείο του. Του ανέθεσε κάπως άνετη εργασία και του άφησε χρόνο ελεύθερο να πηγαίνει στο σχολείο και στην Εκκλησία. Εργάστηκε στον καλό εκείνο εργοδότη επτά χρόνια και τέλειωσε το σχολείο.
Σε ηλικία είκοσι ετών πήγε στη Χίο να εργαστεί ως δάσκαλος, μένοντας δέκα χρόνια. Εκεί αποφάσισε να γίνει μοναχός. Στα 1877 χειροτονήθηκε διάκονος και πήρε το όνομα Νεκτάριος. Τον ίδιο χρόνο ήρθε στην Αθήνα για τη συνέχιση των σπουδών του. Κατόπιν βρέθηκε στην Αλεξάνδρεια να υπηρετήσει κοντά στον Πατριάρχη Σωφρόνιο, ο οποίος εντυπωσιάσθηκε από την προσωπικότητα του νεαρού διακόνου. Τον έστειλε ξανά στην Αθήνα να φοιτήσει στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Νεκτάριος διέπρεψε και πρώτευσε. Το 1885 αναχώρησε ξανά για την Αλεξάνδρεια, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και του ανατέθηκαν καθήκοντα πατριαρχικού γραμματέα και ιεροκήρυκα, αναδεικνυόμενος δεινός ρήτορας, στα χείλη του οποίου κρέμονταν οι πολυπληθείς ακροατές του. Το 1889 εκλέχτηκε επίσκοπος Πενταπόλεως Λιβύης
Αλλά ο διάβολος καραδοκούσε να ανακόψει τη λαμπρή εκκλησιαστική πορεία του πολυτάλαντου Νεκταρίου. Τώρα άρχισε ο μεγάλος πόλεμος εναντίον του. Τώρα άρχισαν τα μεγάλα προβλήματα και οι άδικες διώξεις του. Τα φυσικά προσόντα του Νεκταρίου, η σπουδαία μόρφωσή του, η ραγδαία άνοδος και η μεγάλη ποιμαντική και κοινωνική δράση του, θορύβησε πολλούς κληρικούς του Πατριαρχείου, οι οποίοι τον θεώρησαν απειλή για τις φιλοδοξίες τους, έχοντας βλέψεις να διαδεχτούν τον υπέργηρο Σωφρόνιο στο θρόνο του. «Η προσωπικότητα και η όλη δραστηριότητα του «καλού καγαθού» Νεκταρίου, σημειώνει ο καθηγητής Σοφ. Δημητρακόπουλος, η σθεναρή εκ μέρους του προάσπιση των δικαίων του Πατριαρχείου, η διαφαινόμενη εξέλιξή του, προκάλεσαν φθόνο, μίσος και αντιδράσεις». Ας σημειωθεί ότι ο παλαίφατος θρόνος του Αγίου Μάρκου βρισκόταν την εποχή εκείνη σε πλήρη κατάπτωση. Κόλακες, ραδιούργοι, φιλόδοξοι και διεφθαρμένοι κληρικοί πλαισίωσαν το ιστορικό Πατριαρχείο, με σκοπό να ικανοποιήσουν τις ατομικές τους φιλοδοξίες. Η ακεραιότητα του χαρακτήρα του Νεκταρίου αποτελούσε απειλή για τις άνομες βλέψεις τους. Έβλεπαν με τρόμο την γρήγορη και βεβαία αναρρίχηση τους τον πατριαρχικό θρόνο και γι’ αυτό έθεσαν πανούργο σχέδιο εξουδετέρωσής του. 
Διέδωσαν φρικτές συκοφαντίες εναντίον, φροντίζοντας να φτάσουν και ως τον Πατριάρχη. «Συνασπισμένοι οι ετερόκλητοι παντοειδείς εχθροί του, προκειμένου να επιτύχουν ο καθένας τα σχέδιά του, τονίζει ο καθηγητής Σοφ. Δημητρακόπουλος, αφού είχαν προετοιμάσει το έδαφος με τις κατά καιρούς εισηγήσεις τους, τελικά διέβαλαν τον Μητροπολίτη Πενταπόλεως Νεκτάριο προς τον Πατριάρχη πως δήθεν ξεσηκώνει τον λαό και επιδιώκει να τον εκδιώξει από τον θρόνο και να ανέβει αυτός». Και συνεχίζει: «Αφού οι ραδιούργοι πρόσθεσαν, όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, και τους απαραίτητους υπαινιγμούς, για δήθεν ηθικές παρεκτροπές του». Ο γέρος, ανήμπορος και πάσχων από μερική άνοια Πατριάρχης Σωφρόνιος πείστηκε για τις κατηγορίες και τον έπαψε από τα καθήκοντά του χωρίς απολογία. Ήταν 3 Μαΐου 1890. Είναι η πρώτη μεγάλη δοκιμασία στην πολυτάραχη ζωή του.
Εκείνος πως αντέδρασε; Συγχωρώντας τους συκοφάντες του και χωρίς να περιμένει να ξεσκεπαστούν οι συκοφάντες του και διαλάμψει η αλήθεια, αναχώρησε για την Αθήνα το καλοκαίρι του 1890. Έδωσε τόπο στην οργή. Κατάλαβε ότι η Αίγυπτος ήταν πλέον τόπος αφιλόξενος γι’ αυτόν. Ο διάβολος βάλθηκε να τον καταστρέψει. Στο απολυτήριο πατριαρχικό γράμμα δεν αναφέρθηκε καμιά κατηγορία εις βάρος του, αλλά η φράση: «μη δυνηθείς να εξοικειωθεί προς το κλίμα της Αιγύπτου». Και «δύναται επιτελείν τα αρχιερατικά αυτού καθήκοντα, όπου αν επέλθη». 
Μάταια ζήτησε από τον νέο Πατριάρχη Φώτιο, μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, για την αποκατάστασή του. Το 1902 σε επιστολή του προς τον νέο Πατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο εξέφρασε την ανεξικακία του, τονίζοντας πως: «Ημείς … εκ πνεύματος ειρήνης μη εισακουσθέντες διαμαρτυρόμενοι … υπετάγημεν τω θελήματι αυτού και ανεχωρήσαμεν εξ Αιγύπτου, ελπίζοντες εις ανταπόδοσιν δικαιοσύνης εν ημέρα η ευδοκήση ο Θεός». Ιδού η άκρα ανεξικακία του, η αγιότητά του! Η εφημερίδα της Αλεξάνδρειας «Μεταρρύθμισις» στις 22 Ιουλίου 1890 θεώρησε: «μεγάλην ηθικήν ζημίαν την στέρησιν του συμπαθεστάτου των Αρχιερέων και αγαθωτάτου και δραστηριοωτάτου των κληρικών… μεγάλως έθλιψε και βαθέως συνεκίνησεν ημάς, η αναχώρισις του…»! Αλλά μάταια και από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ ζήτησε την αποκατάστασή του. Σε τυπική επιστολή του του απάντησε πως «η καθ’ ημάς Εκκλησία ουδέν ηδύνατο ή δύναται πράξαι»! Αξίζει να αναφέρουμε πως οι συκοφάντες του τιμωρήθηκαν από το Θεό, κανένας τους δεν κατόρθωσε να πάρει τη θέση του Πατριάρχη!
Πίστεψε ο συκοφαντημένος και διωγμένος Επίσκοπος πως στην Αθήνα θα έβρισκε ησυχία και δεν θα έφταναν ως εκεί τα φαρμακερά βέλη των συκοφαντών του και διωκτών του! Αλλά γελάστηκε οικτρά! Έκαμε λάθος, δε βρήκε ούτε στο κλεινό άστυ την επιθυμητή ηρεμία, που αποζητούσε, διότι φρόντισαν οι άδικοι διώκτες του και συκοφάντες του να φτάσουν ως εκεί οι συκοφαντίες τους, ώστε να μη γίνεται πουθενά δεκτός για εργασία. Κτυπούσε πόρτες και εκλιπαρούσε για μια θέση κατώτερη του αξιώματός του. «Επίσκοπος όντας ο άγιος, γράφει ο καθηγητής Σ. Δημητρακόπουλος, ζητεί, χωρίς ίχνος εγωισμού από το ύψος του επισκοπικού αξιώματος που έφερε, μια θέση κατώτερη»! Ύψιστο παράδειγμα ταπεινοφροσύνης! Αλλά μάταια, οι πόρτες ήταν όλες κλειστές και το χειρότερο και οδυνηρότερο: του παρακρατούσαν ακόμα και τους μισθούς του και ως εκ τούτου βίωνε έσχατη πενία! Δε μπορούσε να πληρώνει το ενοίκιο ενός μικρού δωματίου στα Εξάρχεια και δεν είχε χρήματα να τραφεί! Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών, παρά τη συμπάθεια προς αυτόν, αδυνατούσε να τον βοηθήσει, λόγω των πιέσεων που δέχονταν από τους συκοφάντες του, οι οποίοι διατηρούσαν ισχυρά ερείσματα στο εκκλησιαστικό και πολιτικό κατεστημένο των Αθηνών. 
Ζητούσε απεγνωσμένα μια θέση ιεροκήρυκα σε κάποια μητρόπολη, αλλά έπρεπε να έχει την έγκριση του Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίου Εκπαιδεύσεως, το οποίο αρνιόταν να τη χορηγήσει, με το αιτιολογικό ότι δήθεν δεν είχε την ελληνική ιθαγένεια! Ότι δεν είχε γεννηθεί σε ελληνικό έδαφος, αλλά σε τουρκοκρατούμενη περιοχή! Η Ιερά Σύνοδος βεβαίωσε την ελληνική του ιθαγένεια, αλλά το υπουργείο κωλυσιεργούσε ανεξήγητα το διορισμό του.
Ευτυχώς, ύστερα από καιρό, με την παρέμβαση του Δημάρχου Αθηναίων Μιχαήλ Μελά, πατέρα του μακεδονομάχου Παύλου Μελά, διευθετήθηκε το πρόβλημα. Κατόρθωσε να διοριστεί ιεροκήρυκας στη Χαλκίδα το Μάρτιο του 1891. Ο άγιος, περιχαρής και δοξάζων το Θεό, αναχώρησε για τη Χαλκίδα και άρχισε να κηρύττει το λόγο του Θεού με θέρμη και ζήλο, επιτελώντας σπουδαίο ιεραποστολικό και κηρυγματικό έργο, κατακτώντας την αγάπη του ευσεβούς ευβοϊκού λαού. Αλλά και εδώ δυστυχώς δεν αναπαύτηκε και δεν βρήκε ησυχία, διότι οι άσπονδοι εχθροί του, έστελναν από την Αθήνα ανθρώπους τους να τον αποδοκιμάζουν κάτω από τον άμβωνα, φωνασκώντας: «ανάξιος – πόρνος»!
Εκείνος και πάλι λοιδορούμενος σιωπούσε και συγχωρούσε, ψελλίζοντας τον κυριακό λόγο: «ου γαρ οίδασι τι ποιούσι»! Αλλά και ο αρχιεπίσκοπος Χαλκίδος, δεν είχε τις καλλίτερες σχέσεις μαζί του. Φοβούμενος να συγκριθεί μαζί του, ο πιστός λαός έκανε τη σύγκριση, τον φθονούσε και του δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα. Έφτασε κάποτε στο σημείο να του απαγορεύσει να ιερουργεί! 
Δύο χρόνια μετά, η μία μετά την άλλη οι συκοφαντίες εναντίον του κατέρρευσαν, αποκαλύφτηκαν οι ραδιούργοι συκοφάντες του και απαλλάχτηκε από όλες τις κατηγορίες. Ο επίσκοπος Χαλκίδος και ο λαός της περιοχής πληροφορήθηκαν με ανακούφιση την είδηση και άρχισαν να αποθεώνουν τον ιεροκήρυκά τους. Κήρυττε πια ελεύθερος από τα στίγματα του παρελθόντος. Η φήμη του ξεπέρασε την Εύβοια και έφτασε στην Αθήνα.
Στις 3 Ιανουαρίου 1894 διορίστηκε διευθυντής της Ριζαρίου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα. Το έργο του στην ονομαστή σχολή υπήρξε μεγάλο και πρωτοπόρο. Κυρίως επικεντρώθηκε στον ορθόδοξο τρόπο σκέψης, διότι ήταν η εποχή που η δυτική θεολογία διείσδυε επικίνδυνα στον ορθόδοξο ελληνικό χώρο. Επιδεικνύει απίστευτα δείγματα λαμπρού παραδείγματος στους σπουδαστές και στους εργαζομένους. Εργαζόταν, δίδασκε, μελετούσε, έγραφε και προσευχόταν ώρες ατέλειωτες. Δεν δίσταζε να κάνει και τις πλέον ταπεινές εργασίες. Κάποτε χρειάστηκε να πάρει κρυφά τη θέση του άρρωστου καθαριστή των αποχωρητηρίων, τα οποία καθάριζε τις μεταμεσονύχτιες ώρες, για να μην αντικατασταθεί ο ασθενής υπάλληλος! Οι σπουδαστές και οι εργαζόμενοι τον υπεραγαπούσαν. Η δράση του εκτείνονταν και εκτός της σχολής. Χιλιάδες άνθρωποι ευεργετούνταν ποικιλότροπα από αυτόν. Υπηρέτησε στη σχολή 14 έτη, ως το Φεβρουάριο του 1908, όπου και παραιτήθηκε για λόγους υγείας. 
Αποσύρθηκε στην Αίγινα, σε ένα εγκαταλειμμένο μοναστήρι στη θέση Ξάντο, με τέσσερις γυναίκες – πνευματικά του παιδιά από την Αθήνα. Εκεί με άσκηση, προσευχή και νηστεία ικανοποιεί την παλιά του επιθυμία να ζήσει ως μοναχός. Ανακαίνισε εκ βάθρων την ερειπωμένη Μονή, με δικά του χρήματα. Υπηρετούσε ως πνευματικός της Μονής και ταυτόχρονα διακονούσε στις πιο ευτελείς διακονίες, κύρια ασχολούνταν με την επισκευή των παντοφλών των μοναχών! Ταυτόχρονα αρχίζουν τα σημάδια της αγιότητάς του. Θεράπευσε έναν ντόπιο δαιμονισμένο, και με τις δεήσεις του, έβρεξε, ύστερα από τρία χρόνια ανομβρίας στο νησί. Η φήμη του μεγάλωνε, πλήθη από όλη την Ελλάδα έτρεχαν στην Αίγινα. Με την προσωπική του εργασία μεγάλωσε τους χώρους της Μονής και παράλληλα φρόντισε για τη νομική αναγνώρισή της.
Αλλά ο μισόκαλλος διάβολος λυσσομανούσε και μηχανεύονταν την καταστροφή του. Πάσχιζε να ματαιώσει το μεγάλο πνευματικό έργο του αγίου, το οποίο έβλεπε να επιτελείται και να καρποφορεί στον αγιασμένο εκείνο αιγινίτικο τόπο. Παρότρυνε κακεντρεχείς κληρικούς και συμβούλους του τότε μητροπολίτη Αθηνών Θεόκλητου, να αρνείται πεισματικά και χωρίς σοβαρή αιτιολογία, να αναγνωρίσει νομικά τη Μονή της Αίγινας. Παρά τις παρακλήσεις, τις παραστάσεις και τις επισκέψεις του στην αρχιεπισκοπή Αθηνών, δεν κατόρθωσε να πάρει την αναγνώριση, όσο ζούσε και η Μονή λειτουργούσε άτυπα, σχεδόν παράνομα.
Δεν αξιώθηκε να δει τη Μονή του νόμιμη ως το θάνατό του, γεγονός το οποίο τον λυπούσε αφόρητα! Οι απανωτές επιστολές του προς την Αρχιεπισκοπή κατέληγαν στον κάλαθο των απορριμμάτων! Χαρακτηριστική είναι η επιστολή του στις 20 Ιουνίου 1913 προς τον Αρχιεπίσκοπο Θεόκλητο, στον οποίο απευθύνει θερμή παράκληση και κάνει δραματική έκκληση για την αναγνώριση της Μονής. Η απάντηση του Θεοκλήτου ήρθε μετά από τρεις μήνες, με την οποία, ούτε λίγο ούτε πολύ, αντί για την ποθούμενη άδεια, τον καλούσε σε απολογία, διότι είχε τολμήσει να συστήσει μοναχική αδελφότητα, χωρίς την επίσημη έγκριση! Ο άγιος αισθάνθηκε απέραντη πικρία και αναγκάστηκε να απολογηθεί, να υπερασπίσει τον εαυτό του για το υποτιθέμενο παράπτωμά του! 
Μετά την εκθρόνιση του Θεοκλήτου, η οποία ακολούθησε τα δραματικά γεγονότα του γνωστού αναθέματος του Βενιζέλου (Δεκέμβριος 1916), ανήλθε στο μητροπολιτικό θρόνο των Αθηνών ο Μελέτιος Μεταξάκης, ο γνωστός νεωτεριστής Ιεράρχης. Ο αγαθός Νεκτάριος πίστεψε πως ο νέος Μητροπολίτης θα παραχωρούσε τη σχετική νομική αναγνώριση της Μονής του. Όμως δυστυχώς διαψεύστηκαν και πάλι οι προσδοκίες του.
Ο ιεράρχης, εκείνος διαπνέονταν από αντιμοναχικό πνεύμα, του αρνήθηκε κατηγορηματικά την αναγνώριση της Μονής και μάλιστα τον συμβούλεψε να εγκαταλείψει τη Μονή και να έρθει στην Αθήνα, για να επιτελέσει κοινωνικό έργο, διότι ο μοναχισμός, όπως έλεγε, ήταν αναχρονιστικός και ξοφλημένος θεσμός! Μάλιστα ο μοιραίος εκείνος Αρχιεπίσκοπος φρόντισε να μεταβεί στην Αίγινα για να πείσει τον άγιο να εγκαταλείψει την προσπάθειά του να συστήσει μοναχική αδελφότητα στο νησί!
Μαζί του ήταν και ο 33χρονος διάκονός του, ο Αθηναγόρας Σπύρου, ο μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης! Είπε χαρακτηριστικά στον φιλομόναχο άγιο Νεκτάριο, δείχνοντάς του τα ερειπωμένα εκκλησάκια της περιοχής: «Νεκτάριε, μετ’ ολίγα χρόνια, όπως βλέπεις αυτά τα ερείπια, έτσι θα καταντήσει και το δικό σου μοναστήρι, δια το οποίον αδίκως κοπιάζεις» και ο άγιος απάντησε: «Αδελφέ και συλλειτουργέ, δεν πρόκειται ποτέ να καταντήσει, ως συ λέγεις, το μοναστήρι μου, αλλά και άλλα τοιαύτα, θέλουσι συντόμως ανεγερθεί εν τη νήσω ταύτη, προς δόξαν του εν Τριάδι ημών Θεού»! Ο άγιος δικαιώθηκε και ο μοιραίος ιεράρχης διαψεύστηκε, αφού η Μονή του αναδείχθηκε σε πανελληνίου και παγκοσμίου φήμης πνευματικό κέντρο και προσκύνημα!
Αλλά, μετ’ ολίγον, έρχεται και νέα, μεγάλη και σφοδρή δοκιμασία για τον 72χρονο πια, ταλαιπωρημένο και αποστεωμένο Νεκτάριο. Ζούσε στην Αίγινα μια ξένη γυναίκα, η οποία πωλούσε κεριά σε προσκυνητές πέριξ της Μονής για να ζήσει. Για τούτο την αποκαλούσαν «κερού». Το όνομά της ήταν Ειρήνη Φραγκουδάκη. Είχε μια κόρη τη Μαρία, την οποία σκόπευσε να παντρέψει με έναν αιγινίτη. Αλλά εκείνη ήθελε να γίνει μοναχή και παρά τις αντιδράσεις της μητέρας της, εντάχτηκε στην αδελφότητα του αγίου Νεκταρίου. Η μητέρα της αντιτάχτηκε με σφοδρότητα στην απόφασή της και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να την επαναφέρει, χωρίς αποτέλεσμα. Τότε συνέλαβε ένα σατανικό σχέδιο, να συκοφαντήσει τον πνευματικό της πατέρα, το Νεκτάριο. Το μίσος της την οδήγησε στην εισαγγελία Πειραιώς, όπου κατάγγειλε τον άγιο Νεκτάριο ότι αποπλάνησε την κόρη της και είχε μαζί της σεξουαλικές σχέσεις και είχε κάνει και παιδιά μαζί της τα οποία έριχνε σε πηγάδι! Ότι μοναδικός του σκοπός ήταν να την πάρει στο Μοναστήρι για να ικανοποιεί τις ορέξεις του!
Δικαστικός ανακριτής, χωρίς να εξετάσει καλώς τις καταγγελίες, μετέβη στο Μοναστήρι για να ανακρίνει τον άγιο. Παρασυρμένος από μια ανεξήγητη απέχθεια προς αυτόν και χωρίς να σεβαστεί ούτε το επισκοπικό του αξίωμα, ούτε την ηλικία του, ούτε το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορημένου, του συμπεριφέρθηκε με πρωτοφανή βαναυσότητα, απειλές, ύβρεις και χειρονομίες. Ο άγιος τον αντιμετώπισε με ηρεμία. Όση ώρα ο μαινόμενος δικαστικός τον έβριζε και τον απειλούσε, αυτός προσευχόταν μυστικά, παρακαλώντας το Θεό να συγχωρήσει τους συκοφάντες του, τον άδικο δικαστή και να αποκαλύψει την αλήθεια. Αρνιόταν να απολογηθεί και το μόνο που είπε ήταν: «Ο Θεός γνωρίζει αν όλα όσα λέγεις είναι αληθή. Υπέρ εμαυτού ουκ απολογήσομαι»! Μάταια προσπαθούσαν η ηγουμένη, οι αδελφές της Μονής και οι παριστάμενοι να τον πείσουν να απολογηθεί για την αθωότητά του. «Αυτά σας διδάσκω τόσο καιρό; τους είπε. Υπέρ εμαυτού ουκ απολογήσομαι. Προσευχηθείτε υπέρ του ανθρώπου αυτού. Διαβλέπω επ’ αυτού βάσανον. Προσευχηθείτε παρακαλώ. Και δι’ αυτόν εσταυρώθη ο Κύριος». (Χονδροπούλου, «Ο Άγιος του αιώνα», Αθήναι 2003, Στην υπόθεση αναμείχτηκε και ο Μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης, ο οποίος πήρε άκρως αρνητική θέση κατά του αγίου. Του συμπεριφέρθηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα. Μάλιστα μετέβη ο ίδιος στην Αίγινα, στις 9 Απριλίου 1919, για να εξετάσει τον άγιο. Όμως δεν προχώρησε σε κυρώσεις, περιμένοντας τις αποφάσεις των δικαστικών αρχών. 
Η δικαίωση δεν άργησε να έρθει. Η κοπέλα εξετάστηκε από τον γυναικολόγο ιατρό και καθηγητή της μαιευτικής και γυναικολογίας του Παν. Αθηνών Νικόλαο Πετσάλη, η οποία βρέθηκε άφθορη, παρθένα! Ο άγιος απαλλάχτηκε πανηγυρικά. Η συκοφάντης «κερού» καταδικάστηκε και εξορίστηκε και μετανοήσασα αργότερα έγινε μοναχή σε άλλο Μοναστήρι της Αίγινας, μαζί με την κόρη της, παίρνοντας το όνομα Ξένη. Ο δε δικαστικός είχε άσχημο τέλος: ασθένησε βαρύτατα από γάγγραινα και πέθανε στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», παρά τη συγχώρηση που έλαβε από τον άγιο, όπως είχε προβλέψει εκείνος! 
Αλλά οι περιπέτειες δεν σταμάτησαν εκεί. Έμελλε να είναι το τέλος της ζωής του επώδυνο, όπως ήταν ολόκληρη η ζωή του. Η υγεία του επιδεινώνονταν συνεχώς. Οι περιπέτειες της πολυκύμαντης ζωής του του επιφύλασσαν ένα επίπονο τέλος. Το 1920 εισήχθη στο Αρεταίειο νοσοκομείο Αθηνών όπου διαγνώστηκε προχωρημένος καρκίνος του προστάτη. Κοιμήθηκε, λίγες ημέρες μετά, στις 9 Νοεμβρίου. 
Η αγιότητά του δεν άργησε να φανεί. Το τίμιο σκήνωμά του έμεινε άφθορο για 30 χρόνια, παρά τις 3 εκταφές του. Άπειρα θαύματα άρχισαν να επιτελούνται και συνεχίζουν ως τα σήμερα στο όνομά του. Στις 20 Απριλίου του 1961 έγινε η αγιοκατάταξή του και ορίστηκε η μνήμη του να εορτάζεται την ημέρα της οσιακής του κοίμησης, στις 9 Νοεμβρίου
Αλλά τα βάσανα του αγίου δεν τέλειωσαν ούτε με το θάνατό του. Ενώ ολόκληρο το ορθόδοξο πλήρωμα τιμούσε τον Νεκτάριο ως άγιο, αμέσως μετά την κοίμησή του, και ακολούθησαν πάμπολλα θαύματα, και παρ’ όλη την αγιοκατάταξή του το 1961, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας αρνούνταν να αναγνωρίσει την αγιότητά του και να τιμήσει τη μνήμη του. Έπρεπε να περάσουν κοντά σαράντα χρόνια από την αγιοκατάταξή του, στις 15-1-1998, για να ζητήσει συγνώμη ο μακαριστός Πατριάρχης Πέτρος και να τον συμπεριλάβει στους αγιολογικούς της δέλτους!
Μια άλλη επίσης μεταθανάτια δοκιμασία εγέρθηκε κατά του αγίου Νεκταρίου. Στη δεκαετία του 1970 μια ασεβής μοναχή του Παλαιού Ημερολογίου, ονόματι Μαγδαληνή, ηγουμένη της Ιεράς Μονής Αναλήψεως Κοζάνης, εξαπέλυσε έναν απίστευτο και πρωτοφανή πόλεμο εναντίον του, ότι δήθεν ήταν οικουμενιστής! Εξέδωσε βιβλία με οχετό ύβρεων, πεζοδρομιακού τύπου, κατά του αγίου.
Η επίθεση ήταν τέτοιας έντασης, ώστε δημιούργησε ένταση όχι μόνον στην Εκκλησία μας, αλλά και στις διάφορες παρατάξεις των Παλαιοημερολογιτών, οι οποίοι χωρίστηκαν σε εκείνους που υποστήριζαν την βλάσφημη μοναχή και σε εκείνους που την επέκριναν.
Τελικά η Μαγδαληνή αφορίστηκε ως αιρετική αγιομάχος και πέθανε αμετανόητη. Επίσης υπάρχουν και άλλοι μεταθανάτιοι εχθροί και συκοφάντες του αγίου Νεκταρίου.
Ανήκουν στο χώρο των στρατευμένων αντιχριστιανών αθέων και των νεοπαγανιστών, οι οποίοι, θέλοντας να χτυπήσουν την Εκκλησία, παραθεωρούν τις αθωωτικές αποφάσεις για τις συκοφαντίες του αγίου, τις οποίες παραθέτουν στα δημοσιεύματά τους ως αληθινές!
Γνωστή ιστοσελίδα ορκισμένου αντιχριστιανού αθεϊστή, έγραψε, πριν από καιρό για τον άγιο το εξής σκωπτικό και πικρόχολο σχόλιο: «Διακορεύεις και αγιάζεις! Η σημερινή Ρωμιοσύνη τιμά τον διακορευτή νεανίδων, Νεκτάριο … O διακορευτής (με δικαστική απόφαση παρακαλώ) τελικά αγιοποιήθηκε για να τη σκαπουλάρει! Δεν είναι απίστευτο; Κι όμως αληθινό!»! Άλλος ορκισμένος χριστιανομάχος νεοπαγανιστής αναρτά κάθε φορά που γιορτάζει ο άγιος εμετικό δημοσίευμα στην ιστοσελίδα του, αναμασώντας τις συκοφαντίες κατά του αγίου, ως αληθινές, χωρίς να αναφέρει ότι αυτές εξέπεσαν από τα επίσημα κρατικά όργανα! Δεν τις παρουσιάζει ούτε καν ως εικασίες αλλά ως πραγματικά γεγονότα!
Αλλά όσο ο ήλιος μπορεί να λερωθεί από τη λάσπη που του πετούν τα παιδιά παίζοντας, άλλο τόσο μπορούν να κηλιδωθούν οι αγιασμένοι άνθρωποι του Θεού. Πολύ γρήγορα οι λάσπες των συκοφαντιών πέφτουν στα μούτρα εκείνων που τις εκτοξεύουν, όπως στην περίπτωση του πολυπαθούς αγίου Νεκταρίου.
Ο αγιασμένος αυτός Ιεράρχης, το σκεύος εκλογής του Θεού, ο θεωμένος από αυτή τη γήινη ζωή, υπόμεινε με καρτερία τους βασάνους της ζωής, αγόγγυστα, ως σμίλευση της ψυχής του, ώστε να καθαρθεί και να καταστεί καθαρή εικόνα του Θεού. Γι’ αυτό και ο Θεός τον δόξασε από αυτή τη ζωή.
Τον κατέστησε πρότυπο υπομονής και ανεξικακίας, ώστε να δείχνει και στους άλλους ότι, εκτός από το δρόμο της ανταπόδοσης, υπάρχει και ο δρόμος της αγάπης.
Αυτόν τον δρόμο ακολούθησε σε όλη του τη ζωή, γενόμενος ζωντανό παράδειγμα για μας τους πιστούς. Τελειώνω με μια εύστοχη παρατήρηση για τον άγιο Νεκτάριο από τον μακαριστό λόγιο αγιορείτη μοναχό π. Θεόκλητο Διονυσιάτη: Ο άγιος Νεκτάριος «ανέβηκε στις ύπατες βαθμίδες της κλίμακος των αρετών, νεκρώθηκε τω κόσμω, έζησε εν Χριστώ Ιησού, έγινε κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, κατέστη ένθεος και θεοειδής και, ως τεθεωμένος, αφθαρτοποιήθη ήδη από τον κόσμο αυτό, επορεύθη πλέον για την αιώνια και άληκτη, τη μακάρια και ισόθεα ζωή» (Ο Άγιος Νεκτάριος ο θαυματουργός, Θεσσαλονίκη 1979, σ. 144). Ας έχουμε την ευχή του και τις αέναες πρεσβείες του στο θρόνο της μεγαλοσύνης του Θεού! 
*(Εισήγηση στον Ιερό Ναό Τιμίου Σταυρού Καστέλας Πειραιώς 10-9-2018
www.romfea.gr

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019

Ο βίος του Αγίου Νικολάου



Θεωρείται προστάτης των ναυτικών σε όλο τον κόσμο και δεν είναι τυχαίο. Κάποτε αποφάσισε να ταξιδέψει με πλοίο στους Άγιους Τόπους, για να προσκυνήσει. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ξέσπασε θαλασσοταραχή, με αποτέλεσμα πλήρωμα και επιβάτες να πανικοβληθούν. Ο Άγιος όμως δεν έχασε την πίστη του, προσευχήθηκε στον Θεό και η θάλασσα ηρέμησε. Ο μύθος λέει ότι ένας ναυτικός γλίστρησε, έπεσε από το κατάρτι και σκοτώθηκε. Όμως ο Νικόλαος προσευχήθηκε θερμά και ο ναυτικός αναστήθηκε.
 
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε το 270 μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από πλούσια οικογένεια. Μεγάλωσε με επιμελημένη μόρφωση και με πίστη στα Θεία. Από πολύ μικρός έμεινε ορφανός και με μεγάλη περιουσία στα χέρια. Αφιερώθηκε στον Θεό και βοήθησε πολλούς φτωχούς και αδύνατους, για την προστασία των οποίων έδωσε μεγάλους αγώνες, ενώ ίδρυσε πολλά νοσοκομεία και φιλανθρωπικά ιδρύματα.
 
Όταν επέστρεψε από τα Ιεροσόλυμα, χειροτονήθηκε ιερέας και αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο. Έγινε ηγούμενος στη Μονή Σιών στα Μύρα της Λυκίας και όταν απεβίωσε ο τότε Αρχιεπίσκοπος, οι επίσκοποι, δια θεϊκής αποκαλύψεως, αναγόρευσαν τον Νικόλαο σε Αρχιεπίσκοπο. Εμψύχωνε τους διωκόμενους, από τους Ρωμαίους, Χριστιανούς και αυτό του κόστισε την εξορία του και την υποβολή του σε βασανιστήρια, κατά την περίοδο των διώξεων από τον Διοκλητιανό.
 
Όταν όμως ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο Νικόλαος αποφυλακίστηκε, επέστρεψε στη θέση του Αρχιεπισκόπου και σύμφωνα με την παράδοση, βοήθησε πολύ κόσμο, αφού είχε το χάρισμα της θαυματουργίας. Ο Άγιος Νικόλαος αποδήμησε στις 6 Δεκεμβρίου του 343 μ.Χ. και μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλήτης».
 
Το 1087 κάποιοι ναύτες αφαίρεσαν τα λείψανά του από τα Μύρα της Λυκίας και τα μετέφεραν στο Μπάρι της Ιταλίας. Τοποθετήθηκαν στον Ναό του Αγίου Στεφάνου, όπου -σύμφωνα με τον θρύλο- κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας, τα ιερά λείψανα άρχισαν να αναβλύζουν τόσο μύρο, που οι πιστοί το συνέλεγαν σε δοχεία, για να το χρησιμοποιήσουν για θεραπεία σε διάφορες ασθένειες.
 
πηγη:mixanitouxronou.gr

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης Βίος και Θαύματα

 

✟ Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης 

 Βίος και θαύματα

Ο γέροντας γεννήθηκε 5 Νοεμβρίου 1920 από ευσεβείς γονείς. Την Θεοδώρα από το Λιβίσι της Μικράς Ασίας και τον Σταύρο από την Ρόδο. Η οικογένεια της μητέρας του ήταν γνωστοί στο Πατριαρχείο, ευεργέτες των σχολείων της Μάκρης και με σπουδαία εκκλησιαστική παράδοση. Στις αρχές του 1922 «Τούρκοι πιάσανε τον πατέρα του ο οποίος οδηγήθηκε στα βάθη της Ασίας. Μετά την καταστροφή η οικογένεια του ακολούθησε τον σκληρό δρόμο της προσφυγιάς.

Το καράβι τους μετέφερε στην Ιτέα και από εκεί πήγαν στην Άμφισσα. Εκεί για καλή τους τύχη το 1925 βρήκαν τον πατέρα του μικρού Ιακώβου και μαζί πλέον η οικογένεια μετακινήθηκε στο χωριό Φαράκλα της Εύβοιας. 
Ο μικρός Ιάκωβος ήταν επτά χρονών και είχε μάθει απέξω την θεία Λειτουργία χωρίς να γνωρίζει γράμματα...

Το 1927 πήγε σχολείο και διακρίθηκε για τις επιδόσεις του. Η αγάπη του για την εκκλησία ήταν έκδηλη. Την ίδια χρονιά εμφανίσθηκε μπροστά του η Αγία Παρασκευή και του φανέρωσε το λαμπρό εκκλησιαστικό του μέλλον ενώ συχνά διάβαζε ευχές, προσευχόταν και θεράπευε συγχωριανούς του....

Το 1933 τελείωσε το δημοτικό αλλά οι οικονομικές δυσκολίες της οικογένειας του δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει στο γυμνάσιο. Ακολούθησε τον πατέρα του στην δουλειά του. Ο μητροπολίτης Χαλκίδος εντυπωσιασμένος από το ψάλσιμο του τον χειροθέτησε αναγνώστη. Από το 1938 και μετά η ζωή του ήταν καθαρά ασκητική.
Έτρωγε λίγο, κοιμόταν ελάχιστα, προσευχόταν συνεχώς και δούλευε σκληρά. Τα βάσανα και οι κακουχίες της κατοχής ταλαιπώρησαν τους άτυχους πρόσφυγες. Τον Ιούλιο του 1942 πέθανε η μητέρα του προλέγοντας του ότι θα γίνει ιερέας. Το 1947 ο Ιάκωβος πήγε στρατιώτης. Τα πειράγματα των συναδέλφων του που του είχαν βγάλει το παρατσούκλι ο «πάτερ Ιάκωβος» αλλά και ο χλευασμός τους δεν τον πτοούσαν. Ο διοικητής του τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και ήταν από τους λίγους που κατάλαβε το λαμπρό μέλλον που θα είχε το νεαρό προσφυγόπουλο.

Μετά την απόλυση του από το στρατό (1949) ο Ιάκωβος σε ηλικία 29 χρονών χάνει και τον πατέρα του. Ο αγώνας του τώρα για να αποκαταστήσει την αδελφή γίνεται εντονότερος, χωρίς όμως να παραμελεί αυτό το οποίο ποθεί από τα παιδικά του χρόνια. Να γίνει μοναχός.

Η ΝΕΑ ΤΟΥ ΖΩΗ ΣΑΝ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ

Έχοντας εκπληρώσει την επιθυμία της μητέρας του, να παντρέψει την αδελφή του το Νοέμβριο του 1952 προσέρχεται στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ στις Ροβιές, για να εκπληρώσει και την δική του επιθυμία Σε ηλικία 32 ετών πλέον ο Ιάκωβος γίνεται δόκιμος μοναχός και στις 19 Δεκεμβρίου 1952 στην Χαλκίδα ο Μητροπολίτης Γρηγόριος τον χειροτόνησε ιερέα. 
Έτσι συνέχισε η ζωή του ασκητή Ιάκωβου, εργασία στο μοναστήρι, προσευχή στο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ, οι θεοπτίες και θαύματα τα οποία με τον καιρό πλήθαιναν. Ο βαθμός άσκησης του ήλθε σε υψηλά πνευματικά επίπεδα και πολλές φορές οι δαίμονες τον έδειραν βάναυσα.
Ο ίδιος έβλεπε και συνομιλούσε συχνά με τους οσίους Δαβίδ και Ιωάννη Ρώσο, ενώ το προορατικό του χάρισμα ήταν σπουδαίο. 
Τον Αύγουστο του 1963 με θαυμαστό τρόπο τάισε με δυόμισι οκάδες μανέστρα, 75 εργάτες με πλουσιοπάροχες μερίδες και περίσσεψε και μισή κατσαρόλα.!
Στις 25 Ιουνίου 1975 ο γέροντας Ιάκωβος ανέλαβε το πηδάλιο της μονής της μετανοίας του. Από την λιτοδίαιτη και ασκητική ζωή η υγεία Του άρχισε να κλονίζεται. Οι φλέβες του ποδιών του ήταν σάπιες, έκανε εγχείριση Βουβωνοκήλης, σκωληκοειδίτιδας, προστάτη, καρδιάς και σύμφωνα με τις μαρτυρίες του καθηγητή Κρεμαστινού που του έβαλε τον βηματοδότη «..η θεία δύναμη κρατούσε τον παππού..».

Από το 1990 και μετά ο γέροντας δεν είχε πλέον δυνάμεις και οι κρίσεις στην υγεία του αυξήθηκαν. Τον Σεπτέμβριο του 1991 μετά από μικρο-εμφράγματα νοσηλεύθηκε στο Γενικό Κρατικό. Επιστρέφοντας στην μονή έπαθε φλεγμονή η οποία εξελίχτηκε σε πνευμονία Ο ίδιος είχε διαισθανθεί το τέλος του. Το πρωί της 21ης Νοεμβρίου 1991 πήγε στην ακολουθία, έψαλε και κοινώνησε. Μετά εξομολόγησε μερικούς πιστούς και έκανε τον γύρο της μονής εσωτερικά και εξωτερικά. Το μεσημέρι εξομολόγησε μία πνευματική του κόρη, ενώ τον υποτακτικό του Ιλαρίωνα, τον οποίον εκείνη την μέρα θα χειροτονούσε σε ιεροδιάκονο ο μητροπολίτης Χαλκίδος. Μόλις ήλθαν οι πατέρες ο γέροντας προσπάθησε να σηκωθεί, αλλά ζαλίστηκε. Η αναπνοή του βάρυνε, ο σφυγμός του εξασθένησε και από τα χείλη του βγήκε ένα μικρό φύσημα, Ο γέροντας είχε πάρει πλέον τον δρόμο για την μακαρία ζωή.


Οι λαϊκοί που ειδοποιήθηκαν για την κηδεία του ήταν ελάχιστοι. Τα τηλέφωνα πήραν φωτιά ο ένας στον άλλο μετέδιδαν το θλιβερό γεγονός. 
Την επόμενη μέρα χιλιάδες κόσμου κατέκλυσαν το μοναστήρι, κληρικοί όλων των βαθμίδων, πνευματικοπαίδια του γέροντα από όλη την Ελλάδα, ήλθαν να δώσουν τον τελευταίο ασπασμό. Η αυλή της μονής ήταν κατάμεστη. Η νεκρώσιμος ακολουθία εψάλη στο ύπαιθρο και μετά από τους επικήδειους λόγους, ο πρώην Κεφαλληνίας Προκόπιος είπε να υψώσουν το φέρετρο ψηλά να δουν α πιστοί τον Όσιο γέροντα. 
Μόλις εφάνη το ιερό λείψανο με μία φωνή οι χιλιάδες των πιστών κραύγασαν «Άγιος, Άγιος». Σήμερα 10 χρόνια ακριβώς μετά από εκείνη την ημέρα που γράφονται οι γραμμές αυτές, 
έχει γίνει πλέον πεποίθηση σε όλη την Ελλάδα ότι ο γέροντας Ιάκωβος με τα δεκάδες μετά θάνατον του θαύματα, έχει καταταγεί στην χορεία των Αγίων. 
Μένει να το αντιληφθούν και οι εκκλησιαστικοί μας ταγοί και να του δώσουν και αυτοί την θέση που του αρμόζει και επίσημα στην ιεραρχία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Εμείς αιτούμεθα από τον γέροντα Όσιο Ιάκωβο να μας προστατεύει και να πρεσβεύει υπέρ ημών στον Κύριο και Θεό μας. 
_____________________________________________________________
Το δεύτερο μέρος άρθρου του Αρχιμανδρίτη π. Κυρίλλου, 
Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Ευβοίας 
στο περιοδικό «ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ», αφιερωμένο στον Γέροντα Ιάκωβο 


Αρχική επιθυμία του π. Ιακώβου ήταν να πάει στους Αγίους Τόπους κι εκεί να ζήσει στην Έρημο ως Ασκητής. Θεώρησε όμως καλό πριν ξεκινήσει για τους Αγίους Τόπους να επισκεφθεί το μοναστήρι του Όσιου Δαυίδ, για να ζητήσει τη βοήθεια και τη μεσιτεία του οσίου. 
Ή ολοζώντανη όμως εμφάνιση ενώπιον του με την άφιξη του εκεί του ίδιου του οσίου Δαυίδ πού τον υποδέχθηκε και η ουράνια και παραδείσια πολιτεία των ασκητών πού είδε μπροστά του σε όραμα, αντί του παλαιού και ερειπωμένου Μοναστηριού πού υπήρχε στην πραγματικότητα, τον έκαναν να υποσχεθεί στον Άγιο, ότι θα παραμείνει στη Μονή, όπως και παρέμεινε. Την εποχή εκείνη ζούσαν στη Μονή τρία γεροντάκια με το ιδιόρρυθμο σύστημα. Ηγούμενος ήταν ο μακαριστός αρχιμανδρίτης Νικόδημος Θωμάς, άνθρωπος ενάρετος, ηθικός και πολύ ελεήμων, εργασθείς με πολύ ζήλο για την αναστήλωση της Μονής.


Ή μοναχική ζωή του Γέροντα Ιακώβου

Ό πατήρ Ιάκωβος ξεκινώντας τη μοναχική ζωή έβαλε αρχή απαράβατη την υπακοή και δεν έκανε τίποτα χωρίς ευλογία του ηγουμένου, την οποία για να λάβει απαιτείτο πολλές φορές να κάνει κοπιαστικές πορείες τεσσάρων και πέντε ωρών, αφού ο Γέροντας του ασκώντας και εφημεριακά καθήκοντα ευρίσκετο συχνά στην κωμόπολη της Λίμνης. Ή αγόγγυστη υπακοή αυτή του π. Ιακώβου και ο πύρινος ζήλος με τον όποιο εργαζόταν στην πνευματική και σωματική εργασία μέσα στη Μονή εκίνησαν το φθόνο του μισόκαλου διαβόλου, ο όποιος αρχικά ξεσήκωσε τους παλαιούς ιδιόρρυθμους πατέρες εναντίον του. Θλίψεις, πικρίες και δοκιμασίες πολλές επέτρεψε ο Θεός και τον βρήκαν εξ αίτιας της συμπεριφοράς των πατέρων αυτών. Όμως δεν κάμφθηκε, συνέχισε τον αγώνα του. 

Δοκιμασίες και πειρασμοί

Από την άλλη είχε να αντιμετωπίσει τη δοκιμασία της απίστευτης φτώχειας της Μονής, εκείνης της εποχής και του ερειπωμένου παγωμένου κελιού του με τα χαλασμένα παντζούρια πού από τις χαραμάδες τους στους βαρείς χειμώνες ό αέρας περνούσε το χιόνι μέσα, και με τα τρύπια πατώματα, πού από κάτω τους βάζανε τα γίδια της Μονής. Ακόμη ή στέρηση απολύτως αναγκαίων αγαθών και των χειμερινών ακόμη ρούχων και παπουτσιών τον έκαναν με τις βροχές, τους πάγους και το πολύ χιόνι να τρέμει σύγκορμος και να αρρωσταίνει συχνά. Όλες αυτές οι ταλαιπωρίες στιγμάτιζαν το σώμα του, καμμιά όμως δεν βρήκε την ψυχή του, καμμιά δεν πείραξε το πνεύμα του. 
Άλλα κι ο σατανάς δεν έπαυε να τον πολεμά βάζοντας όλη την τέχνη του και χρησιμοποιώντας όλα τα τεχνάσματα του. Δεν αρκούνταν στον πνευματικό, τον αόρατο πόλεμο όπου τσακιζόταν πάνω στην υπακοή, την προσευχή, την πραότητα και την ταπείνωση του Γέροντα, αλλά τον πολέμησε και αισθητά, ορατά.
Δεκαοκτώ κάποια φορά με διάφορες μορφές σαν άνθρωποι, σαν πίθηκοι κ.ά., όρμησαν επάνω του την ώρα πού εργαζόταν:
από τα χτυπήματα τους και τα βασανηστήρια τους τον άφησαν μισοπεθαμένο όταν μπόρεσε πια και απελευθέρωση χέρι του κι έκανε το Σταυρό του.
Το ίδιο επανέλαβαν κι άλλη φορά λιγότεροι στον αριθμό δαίμονες. 
Άλλοτε πάλι οι δαίμονες για να τρομοκρατήσουν εμφανίσθηκαν μορφή χιλιάδων, αναρίθμητων σκορπιών μέσα στη σπηλιά στο Ασκητή του οσίου Δαυΐδ...
όπου ο Γέροντας μιμούμενος τον όσιο Δαυΐδ πήγα συχνά τις νύχτες να προσευχηθεί, βοηθούμενος στη νυχτερινή μετάβαση εκεί από ένα φωτεινό αστέρι πού φώτιζε το μονοπάτι, πού δεν ήταν τίποτα άλλο παρά Άγγελος Κυρίου σταλμένος για τη διακονία αυτή, ως απάντηση του Θεού στο σχετικό αίτημα της προσευχής του.
Ό π. Ιάκωβος δεν πτοήθηκε. Μόλις αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για δαιμονίκη ενέργεια, έθεσε όριο στους σκορπιούς κι αυτοί δεμένοι από την εντολή του δεν πέρασαν τον κύκλο πού χάραξε γύρω του ο Γέροντας. Σημάδι αυτό ο Θεός είχε δώσει στον πιστό του δούλο την εξουσία να χρησιμοποιεί κάτι τη θεία δύναμη Του, από τις θείες ενέργειές Του. Ό πατήρ Ιάκωβος σε όλες αυτές τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς ό και σε πολλούς άλλους αντέταξε ακλόνητη πίστη του στο Θεό και θεία αγάπη του προς τον όσιο Δαυίδ την πραγματικά ιώβειο υπομονή και την άκαμπτη καρτερία και πραότητά του, την απόλυτη υπακοή και ταπείνωσή του, την αδιάλειπτη προσευχή και την άπειρη αγάπη του προς όλους.

Το Γραφικό: «Ή Βασιλεία του Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» εφαρμόσθηκε πλήρως από τον Γέροντα. Ή βία πού ασκούσε στον εαυτό του στο καθετί ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του. Δεν συγκατάβαινε εύκολα στον εαυτό του. Άλλα και η ευθύτητα του ήταν μοναδική, ήταν άνθρωπος του «ναι, ναι» και του «ου, ου», και η νηστεία του επίσης υπεράνθρωπη.

Ή ιερατική ζωή του

Ό Θεός αξίωσε τον π. Ιάκωβο και του μεγάλου χαρίσματος της ιεροσύνης. Ό ίδιος ο μακαριστός Γέροντας έλεγε χαρακτηριστικά:«Εγώ ποτέ στη ζωή μου δεν επεθύμησα θέσεις και αξιώματα, ούτε και φαντάστηκα κατά διάνοιαν ότι ήταν δυνατόν να αξιωθώ τέτοιας τιμής. Δέχτηκα μόνον από υπακοή προς το Γέροντά μου και από σεβασμό προς τον άγιο εκείνον επίσκοπο Χαλκίδος, το μακαριστό Γρηγόριο». Ή χειροτονία του σε διάκονο έγινε τις 18 Δεκεμβρίου του 1952 στο εκκλησάκι της Άγιας Βαρβάρας στη Χαλκίδα και σε ιερέα την επομένη 19 ,Δεκεμβρίου στο παρεκκλήσι του Έπισκοπείου.
Ό μητροπολίτης είπε στον π. Ιάκωβο μετά τη χειροτονία του ένα λόγο προφητικό: «Και συ παιδί μου, θ΄ αγιάσεις. Να συνεχίσεις με τη δύναμη του Θεού και θα σε ανακηρύξει η Εκκλησία».


Πνευματικά γεγονότα της ζωής του


Ό π. Ιάκωβος μέσα στο ναό κατά τη διάρκεια της θείας Λατρείας ζούσε ως ιερεύς πολλά πνευματικά γεγονότα. Γινόταν επίγειος άγγελος «συλλειτουργών», όπως ο ίδιος έλεγε σε ορισμένα πρόσωπα, με Χερουβείμ και Σεραφείμ και με Άγιους. Στην αγία προσκομιδή είδε και άγγιξε το ίδιο το πανάγιο Αίμα του Κυρίου, την ώρα πού ετοιμαζόταν να καλύψει τα Τίμια Δώρα. 
Εκεί, άλλοτε, είδε Αγγέλους Κυρίου να παραλαμβάνουν τις μερίδες των μνημονευομένων και να πηγαίνουν να τις εναποθέτουν σαν προσευχές στο θρόνο του Δεσπότου Χριστού.
Άλλοτε είδε «πνευματικώ τω τρόπω», όπως ο ίδιος έλεγε, κεκοιμημένους να του εμφανίζονται κατά κάποιο τρόπο με τη χούφτα ανοιχτή και να του ζητούν να βγάλει μερίδα υπέρ αυτών, υπέρ αναπαύσεως των ψυχών τους, κι όταν το έκανε τους έβλεπε να πηγαίνουν στον τόπο τους αναπαυμένοι. Ένα φωτοειδή αστέρα είδε άλλοτε να στέκεται επάνω από το κεφάλι ευλαβούς Ιερέως πού είχε επισκεφθεί τη Μονή και λειτουργούσε, την ώρα πού έθετε τον αστερίσκο επάνω του Αμνού κατά την κάλυψη των Τιμίων Δώρων. Πνευματικά γεγονότα τέτοια ανάλογα υπάρχουν πολλά, όλα αυτά, μεγάλες δωρεές του Θεού προς τον εκλεκτό του δούλο Ιάκωβο. 

Ως πνευματικός πατέρας διέπρεψε. Κανένας δεν έφευγε από το πετραχήλι του χωρίς να είναι αναπαυμένος και ευχαριστημένος. Με την πολλή του αγάπη θυσιαζόταν για όλους και παρόλο πού, ιδίως τα τελευταία χρόνια, υπέφερε από πολλές αρρώστιες σε κανέναν δεν είπε: «δεν μπορώ να σε δω, να ακούσω το πρόβλημα σου».

«Ό κόσμος», έλεγε στη συνοδία του, «ούτε να φάει ζητάει, ούτε να πιει, ζητάει την αγάπη μας. Αν μπορούμε αυτό να το κάνουμε θα επιτύχουμε στη ζωή μας ως μοναχοί».

Από το 1975, οπότε με θεοφώτιστη απόφαση του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου ανέλαβε την ηγουμενία και «ο λύχνος ετέθη επί την λυχνίαν», αποκαλύφθηκαν εξ ανάγκης τα πολλά του χαρίσματα πού αγωνιζόταν επιμελώς να κρύβει. 

Ή φήμη της Μονής για τα θαύματα του οσίου Δαυΐδ, τον αγιασμένο ηγούμενο της π. Ιάκωβο, τον ανύστακτο κόπο και την αβραμιαία φιλοξενία των πατέρων της διαδόθηκε σιγά-σιγά παντού και πλήθη πιστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό κατέφθαναν στη Μονή, η οποία έτσι αναδείχθηκε, όπως γράφτηκε, «κυψέλη πνευματικής ζωής και φάρος Ορθοδοξίας, πανελλήνιο προσκύνημα, πανορθόδοξη αναφορά του αιώνα μας».




Από τα πενήντα πέντε χρόνια του και μετά παρεχώρησε ο θεός κι ο πατήρ Ιάκωβος πέρασε εκτός των άλλων δοκιμασιών και πολλές και επώδυνες ασθένειες. Έλεγε χαρακτηριστικά ο μακαριστός Γέροντας «πήρε ο εωσφόρος την άδεια να πειράξει το σώμα μου». Αυτό είπε αποκαλυπτικά και το δαιμόνιο μέσω μιας δαιμονισμένης φανερώνοντας και τις παθήσεις πού είχε ο Γέροντας, τις όποιες μόνο ο ίδιος ήξερε. 

Κι ο Γέροντας συνέχιζε λέγοντας: «Έμενα πού ποτέ άνθρωπος δεν με είδε γυμνό, εκτός από τη μητέρα μου όταν ήμουν παιδάκι, παραχώρησε ο θεός να με δουν οι γιατροί και οι νοσοκόμοι και να με χειρουργήσουν επανειλημμένως. Έγινα θέατρο αγγέλοις και ανθρώποις».

Δεν ήταν λίγες οι φορές βέβαια πού οι Άγιοι, όπως ο όσιος Δαυίδ, ο όσιος Ιωάννης ο Ρώσος, οι άγιοι Ανάργυροι, ή αγία Παρασκευή, επενέβησαν μετά από παρακλήσεις του και τον βοήθησαν στις ασθένειες του χαρίζοντας του την ίαση και την υγεία. Ή τελευταία δοκιμασία με την υγεία του πού τελικά οδήγησε το Γέροντα στην άλλη ζωή ήταν ή πάθηση της καρδιάς του, ή οποία προέκυψε εξ αίτιας κάποιου πειρασμού πού πέρασε. 
 
 


Τα πνευματικά χαρίσματα του Γέροντα
Ο μακαριστός Γέροντας Ιάκωβος έζησε οσίως σαράντα περίπου χρόνια στη Μονή του Όσιου Δαυΐδ, έχοντας προηγουμένως ζήσει «ευαγγελικώς» στον κόσμο τριάντα δύο χρόνια. Δούλεψε στον Κύριο τηρώντας από τη νεότητα έως το γήρας την προθυμία της ασκήσεως. Μιμήθηκε τον όσιο Δαυΐδ, και βάδισε στα ίχνη του. Οι ασκητικοί του αγώνες ήταν εφάμιλλοι των παλαιών οσίων πού αναφέρονται στα Γεροντικά, αλλά και οι εναντίον του επιθέσεις, πνευματικές και αισθητές, του Σατανά, οι ποικίλοι πειρασμοί, δοκιμασίες και κακοπάθειές του ήταν ανάλογες με αυτές πού αντιμετώπισαν πολλοί θεοφόροι Πατέρες. Όσο όμως μεγάλωναν οι δοκιμασίες, οι ασθένειες και τα βάσανα του, τόσο ο θεός τον χαρίτωνε με σπάνια πνευματικά χαρίσματα, όπως της διοράσεως και προοράσεως, της διακρίσεως και της παραμυθίας, και τόσο περισσότερες ήταν οι θεοπτείες πού είχε και οι θεοσημείες πού επιτελούσε με την προσευχή του, αλλά και τόσο μεγαλύτερη γινόταν η ακτινοβολία του. 

Στη Μονή προσέρχονταν για να τον δουν εκατοντάδες απλοί άνθρωποι του λαού, 

αλλά και πατριάρχες και αρχιερείς, κληρικοί κάθε βαθμού και μοναχοί, άρχοντες και ανώτατοι δικαστές, καθηγητές Πανεπιστημίου και επιστήμονες.

Όλοι φεύγοντας από τη Μονή κι έχοντας δει το Γέροντα Ιάκωβο αισθάνονταν ότι έφευγαν από ένα είδος Παραδείσου. Ό καθένας εύρισκε κοντά στο Γέροντα τη βοήθεια πού χρειαζόταν. 

Οι πονεμένοι εύρισκαν με τους παραμυθητικούς του λόγους την παρηγοριά και την ανακούφιση, οι δαιμονισμένοι εύρισκαν με τις ευχές του την απελευθέρωση από τα δαιμόνια και τη θεραπεία τους, οι ασθενείς εύρισκαν με την παρρησία της προσευχής του την ίαση και την υγεία, οι ταλαιπωρημένοι από τα διάφορα βιοτικά προβλήματα τους εύρισκαν με την ευλογία του την αναψυχή, την ψυχική τους Ισορροπία, την ενδυνάμωση, τη λύση των προβλημάτων τους. 

Οι φτωχοί εύρισκαν με τη συνεχή και αγόγγυστη ελεημοσύνη του τη λύτρωση από τη θλίψη της φτώχειας και την απελευθέρωση από τα βάρη των χρεών τους. 

Πολλά άτεκνα ζευγάρια μετά την προσευχή, τις ευχές και την ευλογία του αποκτούσαν τέκνα χαριτωμένα. 'Αλλά και για όσους είχαν τα κατάλληλα μάτια να δουν, ή παρουσία και μόνο του Γέροντα, ή θεωρία του, αποτελούσε ευλογία θεού, φανέρωση των θείων ενεργειών, παρουσία του θεού στη γη. 
Ιδού τι αναφέρει σχετικώς στην από 14.2.1994 επιστολή του προς την Ιερά Μονή του Όσιου Δαυΐδ ο οικουμενικός πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος: «...Δια τον μακαριστόν Γέροντα με την φωτεινήν μορφήν ισχύει εκείνο το οποίον έγραφεν ο ιερός Χρυσόστομος δια τον άγιον Μελέτιον Αντιοχείας: "Ου γαρ διδάσκων μόνον, ουδέ φθεγγόμενος, αλλά και δρώμενος απλώς, ικανός ή άπασαν αρετής διδασκαλίαν εις την των ορώντων ψυχήν εισαγαγείν".



Ή οσιακή κοίμηση του

Αντάξια της θαυμαστής ζωής του ήταν και η οσιακή κοίμηση του Γέροντα, την οποία προγνώριζε, γι' αυτό και παρακάλεσε αγιορείτη ιεροδιάκονο πού εξομολόγησε το πρωί της 21ης Νοεμβρίου 1991, εκείνης της τελευταίας ημέρας της επιγείου ζωής του να μείνει στο Μοναστήρι ως το απόγευμα για να τον «ντύσει».Και πράγματι στις 4.17 το απόγευμα σαν πουλάκι παρέδωσε το πνεύμα. Ό μακαριστός Γέροντας άφησε το φθαρτό αυτό κόσμο του πόνου κι έφυγε για την αιώνια ανάπαυση, στο Θεό.

Το λείψανο του ήταν λαμπερό, εύκαμπτο, ζεστό, οσιακό και η ιαχή πού έβγαινε από τα χείλη χιλιάδων ανθρώπων «άγιος άγιος... είσαι άγιος» αποτελούσε μία ομόφωνη μαρτυρία της συνείδησης των πιστών για το μακαριστό πλέον Γέροντα Ιάκωβο. 
Αλλά ο άγιος Γέροντας συνεχίζει και μετά την οσιακή κοίμηση του, όπως το ομολογούν εκατοντάδες πιστοί να τους ευεργετεί με την παρρησία πού έχει στο Θεό. 
Στη Μονή του Όσιου Δαυΐδ υπάρχουν τουλάχιστον τριακόσιες μαρτυρίες πιστών, πού ο Γέροντας Ιάκωβος τους βοήθησε. Οι μαρτυρίες αυτές, πού περιέχονται σε επιστολές των ίδιων των ευεργετηθέντων ή κατεγράφθηκαν μετά από προφορικές διηγήσεις τους, έχουν σχέση με θεραπείες, ευεργετικές επεμβάσεις, ή μεταθανάτιες εμφανίσεις του Γέροντα.



Ή παρρησία του π. Ιακώβου στο Θεό-Σύγχρονες μαρτυρίες

1. Ό ιερεύς π. Ιωάννης Βερνέζος, εφημέριος του Προσκυνηματικού Ιερού Ναού του Άγιου Ιωάννου του Ρώσου στο Προκόπι της Ευβοίας ανέφερε τα εξής: «Είχα ένα ογκίδιο στο δεξί μου χέρι. Έκτος των κινδύνων πού έκρυβε, ήταν και αντιαισθητικό. Γι' αυτό, όταν οι χριστιανοί μου φιλούσαν το χέρι, το κάλυπτα με το ράσο μου. Την ημέρα της κηδείας του Γέροντος Ιακώβου (22.11.1991) παρεκάλεσα το Γέροντα για το θέμα αυτό. Και καθώς ασπαζόμουν το ιερό σκήνωμα του, ακούμπησα το χέρι μου πάνω στο λείψανο του. Από εκείνη τη στιγμή το ογκίδιο άρχισε να υποχωρεί, ώσπου εξαφανίστηκε. Μεγάλη ή χάρη του οσίου Γέροντα. "Ας έχουμε την ευχή του!».

2. Ή κ. Ανδρομάχη Πασχάλη, κάτοικος Λίμνης Ευβοίας, σε επιστολή πού έστειλε στη Μονή γράφει τα έξης:«Στις 18 Νοεμβρίου 1993 παρουσιάστηκε στην άκρη της γλώσσας μου ένα μικρό κεράτινο ογκίδιο. Περνώντας οι μέρες αυτό μεγάλωσε, κρεμόταν μπροστά στη γλώσσα μου και με ενοχλούσε στην ομιλία, την ώρα πού έτρωγα και όταν έπινα νερό. Πέρασαν δυο μήνες από την ημέρα πού το πρωτοείδα, το ογκίδιο εξακολουθούσε να υπάρχει και ή ψυχολογική μου κατάσταση ήταν πολύ άσχημη. Μέσα στη μεγάλη ψυχολογική ένταση πού βρισκόμουν, κι ενώ σκεπτόμουν ότι από Δευτέρα έπρεπε να πάω στην Αθήνα για γιατρό, άρχισα να λέω το πρόβλημα μου στον παππού Ιάκωβο κοιτάζοντας μία μικρή φωτογραφία του πού είχα απέναντι στο τραπέζι μου. Τον παρακάλεσα να με βοηθήσει, να μην αρχίσω τις ατέλειωτες εξετάσεις στους γιατρούς πού χρειάζονται για τέτοιου είδους περιστατικά και κατά τις δυο τα μεσάνυχτα ανέβηκα για ύπνο στο δωμάτιο μου. Το πρωί πού σηκώθηκα, την ώρα πού έπινα καφέ, διαπίστωσα ότι δεν με ενοχλούσε τίποτα στη γλώσσα μου. Όλο αγωνία πήγα στον καθρέφτη και είδα ότι το ογκίδιο πού είχα εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει ούτε σημάδι. Έτσι απλά παρακάλεσα τον άγιο Ιάκωβο να με βοηθήσει, κι αυτός έτσι απλά με βοήθησε.»

3. Ό πανιερώτατος μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος σε μία από τις επισκέψεις του στη Μονή, ως αρχιμανδρίτης τότε, ανέφερε μεταξύ άλλων θαυμάτων πού επιτελεί ο άγιος Γέροντας Ιάκωβος σε Κυπρίους αδελφούς μας, τους οποίους αγαπούσε πολύ, και το εξής θαυμαστό:«Είχα φέρει στην Κύπρο λάδι από το καντήλι του τάφου του Γέροντα. Το 1993 με πήρε στο τηλέφωνο ο εφημέριος του Ιερού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Λάρνακος, ο π. Παναγιώτης Ζάρος, και μου είπε: «Πάτερ Νεόφυτε, δεν είμαι καλά. Έχω ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας, αλλά δεν το λέω. Έχω ραγάδες στο έντερο και έχω μεγάλη αιμορραγία. Και αυτές τις ημέρες έχω έντονους πόνους και μεγάλη ροή αίματος, και σε παρακαλώ κάνε μια παράκληση στον άγιο Γεώργιο, πού ζεις στο μοναστήρι του, και στον πατέρα Ιάκωβο να μου δίνουν υπομονή, γιατί όταν πονώ υποφέρω πολύ και φωνάζω και στενοχωρούνται και ή παπαδιά και τα παιδιά μου».Λυπήθηκα πολύ και του είπα ότι θα κάμω παράκληση και θα του πήγαινα λαδάκι από το καντήλι του πατρός Ιακώβου, για να σταυρωθεί. Αυτά είπα και έκλεισα το τηλέφωνο. Μετά από δέκα πέντε λεπτά ο π. Παναγιώτης ήρθε στο μοναστήρι και μου είπε: «Ήρθα να πάρω το λαδάκι του Γέροντα μόνος μου, γιατί πιστεύω πολύ σε αυτόν τον άνθρωπο, ότι ο Θεός τον χαρίτωσε και θα με βοηθήσει». Του έδωσα λάδι και σταυρώθηκε στο μέτωπο και έφυγε. Το βράδυ με πήρε στο τηλέφωνο και μου είπε χαίροντας και κλαίοντας ότι ή ροή του αίματος σταμάτησε. Από τότε έγινε τελείως καλά. Ό π. Παναγιώτης υπέφερε από αυτό από τα εφηβικά του χρόνια και τώρα ήταν περίπου 40 ετών. Όταν έγινε καλά υποσχέθηκε να τελεί θεία Λειτουργία και μνημόσυνο στο Γέροντα Ιάκωβο κάθε χρόνο σαν αυτή την ήμερα της θεραπείας του. Όταν όμως πέρασε ένας χρόνος από το θαύμα αυτό ο π. Παναγιώτης ξέχασε την υπόσχεση του. Τη θυμήθηκε όταν εκείνη την ημέρα (στο χρόνο επάνω) του παρουσιάσθηκε ελάχιστο αίμα. Εκπλήρωσε την υπόσχεση του και η ροή του αίματος σταμάτησε. Από τότε το θυμάται κάθε χρόνο και επιτελεί θεία Λειτουργία και μνημονεύει το Γέροντα ανάμεσα στους Άγιους.

4. Ό κ. Γιώργος Ίωαννίδης, γιατρός παθολόγος από το Βόλο, (προσωπικός τότε γιατρός του τότε Μητροπολίτου Δημητριάδος και τώρα Αρχιεπισκόπου κ. Χριστοδούλου) ανέφερε μεταξύ άλλων και τα έξης:«Φεύγοντας από τη Μονή του Όσιου Δαυΐδ, οπού είχα έλθει με την οικογένεια μου για προσκύνημα το Σεπτέμβριο του 1997, κι ενώ βρισκόμουν στην πύλη της αισθάνθηκα μέσα μου μια δυνατή επιθυμία να πάω να ξαναπροσκυνήσω τον τάφο του Γέροντα Ιακώβου. Αισθανόμουν όπως αισθάνεται κάποιος πού ξέχασε πίσω του κάτι πολύτιμο και θέλει να γυρίσει να το πάρει. Πραγματικά γύρισα με το γιο μου και στο ένα μέτρο πριν από τον τάφο του Γέροντα βλέπω κάτω στη γη ένα κομποσχοίνι. Παίρνω το κομποσχοίνι στο χέρι μου, το υψώνω και το κρατώ επιδεικτικά, ώστε αν κάποιος από τους γύρω προσκυνητές το έχασε, να το δει και να 'ρθει να το πάρει. Εκείνη όμως ακριβώς τη στιγμή ακούω φωνή πίσω μου πού μου έλεγε: «Τι ψάχνεις; Για σένα είναι το κομποσχοίνι». Γυρίζω και σε απόσταση ενός μέτρου βλέπω ολοζώντανο το Γέροντα Ιάκωβο να μου χαμογελά. Τον είδα ολοκάθαρα. Διέκρινα την υγρασία των ματιών του, τις φλεβίτσες στο πρόσωπο του, τη γενειάδα του, όπως την είχε. Ένοιωσα κάτι το ξεχωριστό, συγκλονίστηκα. Ή κυριολεκτικά αυτή ζωντανή παρουσία του Γέροντα Ιακώβου μπροστά μου ήταν καθοριστική κι έβαλε μέσα μου τη σφραγίδα περί της βεβαιότητας της θείας παρουσίας».

5. Τις ημέρες πού γραφόταν αυτό το κείμενο και συγκεκριμένα στις 10 Όκτωβρίου 2001 ήρθε στη Μονή ο κ. Γιαννούλης, ναυτικός, από την Άνδρο και βουρκωμένος χωρίς καν να μπορεί να μιλήσει καλά-καλά από τη συγκίνηση και τα κλάματα ανέφερε τα έξης: «Ταξίδευα προ καιρού και ευρισκόμουν στην Ινδία. Κάποια μέρα αντιμετώπισα σοβαρό πρόβλημα με την καρδιά μου. Στο Νοσοκομείο εκεί πού με πήγαν οι γιατροί είπαν στους συναδέλφους μου ότι τελειώνω. Εγώ, παρ' όλο πού ήμουν σε κωματώδη κατάσταση, ένιωθα ότι κάποια αόρατη θεία δύναμη με βοηθάει.
Όταν αργότερα άνοιξα κάποια στιγμή τα μάτια μου τον πρώτο πού είδα μπροστά μου ήταν ο Γέροντας Ιάκωβος πού είχα διαβάσει αρκετές φορές το βιβλίο του. 
Μου είπε: «Μη φοβάσαι, κύριε Γιαννούλη, θα σε βοηθήσω, θα γίνεις τελείως καλά και θα ξαναγυρίσεις στην πατρίδα». Και από εκείνης της ώρας πράγματι έγινα τελείως καλά». Από τις υπάρχουσες προφορικές και γραπτές μαρτυρίες των πιστών διαπιστώνεται ότι ο Γέροντας Ιάκωβος έχει μεγάλη παρρησία στο θεό και γι' αυτό ευχόμεθα να πρεσβεύει υπέρ υγείας όλων μας στο δωρεοδότη Θεό.

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης ~ Βίος και θαύματα 
________________________________________________
Πηγή: andronianoi.ucoz.com

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2019

Πόσες φορές να κοινωνούμε;



 Πολλοὶ κοινωνοῦν μία φορὰ τὸ χρόνο, ἄλλοι δυὸ φορές, ἄλλοι περισσότερες. Ποιοὺς ἀπ᾿ αὐτοὺς θὰ ἐπιδοκιμάσουμε; Ὅσους μιὰ φορά, ὅσους πολλὲς ἢ ὅσους λίγες φορὲς μεταλαβαίνουν; Οὔτε τοὺς μία οὔτε τὶς πολλὲς οὔτε τοὺς λίγες, μὰ ἐκείνους ποὺ πλησιάζουν στὸ ἅγιο Ποτήριο μὲ καρδιὰ ἁγνή, μὲ βίο ἀνεπίληπτο. Αὐτοὶ ἂς κοινωνοῦν πάντα.

Οἱ ἄλλοι, οἱ ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί, ἂς μένουν μακριὰ ἀπὸ τὰ ἄχραντα Μυστήρια, γιατί ἀλλιῶς κρῖμα καὶ καταδίκη, ἑτοιμάζουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Ὁ ἅγιος ἀπόστολος λέει: «Ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸ ποτήριο τοῦ Κυρίου μὲ τρόπο ἀνάξιο, γίνεται ἔνοχος ἁμαρτήματος ἀπέναντι στὸ σῶμα καὶ στὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, προκαλώντας τὴν καταδίκη του» (Α´ Κορ. 11:27, 29). Θὰ τιμωρηθεῖ, δηλαδή, τόσο αὐστηρά, ὅσο καὶ οἱ σταυρωτὲς τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ κι ἐκεῖνοι ἔγιναν ἔνοχοι ἁμαρτήματος ἀπέναντι στὸ σῶμα Του.
Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ἔχουν φτάσει σὲ τέτοιο σημεῖο περιφρονήσεως τῶν ἁγίων Μυστηρίων, ὥστε, ἐνῷ εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἀμέτρητες κακίες καὶ δὲν διορθώνουν καθόλου τὸν ἑαυτό τους, κοινωνοῦν στὶς γιορτὲς ἀπροετοίμαστοι. Μὴ γνωρίζοντας ὅτι προϋπόθεση τῆς θείας Κοινωνίας δὲν εἶναι ἡ γιορτή, ἀλλά, καθὼς εἴπαμε, ἡ καθαρὴ συνείδηση. Καὶ ὅπως αὐτὸς ποὺ δὲν αἰσθάνεται κανένα κακὸ στὴ συνείδησή του, πρέπει καθημερινὰ νὰ προσέρχεται στὴ θεία Κοινωνία, ἔτσι κι αὐτὸς ποὺ εἶναι φορτωμένος ἁμαρτήματα καὶ δὲν μετανοεῖ, πρέπει νὰ μὴν κοινωνεῖ οὔτε στὴ γιορτή.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ πάλι σᾶς παρακαλῶ ὅλους νὰ μὴν πλησιάζετε στὰ θεῖα Μυστήρια ἔτσι ἀπροετοίμαστοι κι ἐπειδὴ τὸ ἀπαιτεῖ ἡ γιορτή, ἀλλά, ἂν κάποτε ἀποφασίσετε νὰ λάβετε μέρος στὴ θεία Λειτουργία καὶ νὰ κοινωνήσετε, νὰ καθαρίζετε καλὰ τὸν ἑαυτό σας, ἀπὸ πολλὲς μέρες πρίν, μὲ τὴ μετάνοια, τὴν προσευχή, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴ φροντίδα γιὰ τὰ πνευματικὰ πράγματα.

Ιερός Χρυσόστομος
http://www.inagiounikolaoutouneou.gr

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

Γιατί ανάβουμε το καντήλι;


Η λέξη καντήλι προέρχεται από τη λατινική candela=κερί. Στη χριστιανική Εκκλησία το Καντήλι τοποθετείται μπροστά στις άγιες εικόνες. Αυτό που τοποθετείται μπροστά στον Εσταυρωμένο, μέσα στο Ιερό Βήμα, διατηρείται πάντοτε αναμμένο και γι’ αυτό λέγεται «ακοίμητο» Καντήλι.

Ένα Καντήλι τοποθετείται επίσης στο εικονοστάσι του σπιτιού και ανάβεται κάθε μέρα, σύμφωνα με την ορθόδοξο παράδοση.
Μια συνήθεια που διατηρεί τον βαθύ χριστιανικό συμβολισμό της με το Φώς του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, που θερμαίνει την ελπίδα και που παρηγορεί και συντροφεύει στις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς.Το άναμμα του καντηλιού ενέχει τον συμβολισμό ότι προσφέρεται ως θυσία σεβασμού και τιμής προς τον Θεό και τους Αγίους του. Συμβολίζει επίσης, το φώς του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, καθώς επίσης συμβολίζει και το γνωστό παράγγελμα του Κυρίου μας ότι πρέπει να είμαστε, οι χριστιανοί, τα φώτα του κόσμου.

Το έλαιον, το λάδι δηλ. που καίει στα καντήλια μας, “;τον του Θεού υπεμφαίνει έλαιον”; γράφει ο Άγ. Συμεών Θεσσαλονίκης, το έλεος του Θεού που φανερώθηκε όταν η περιστερά του Νώε επέστρεψε στην Κιβωτό για να σημάνει την παύση του κατακλυσμού, έχοντας στο ράμφος της κλάδο ελαίας, ή όταν ο Ιησούς, καθώς επροσηύχετο εκτενώς, επότιζε με τους θρόμβους του ιδρώτος του την ελιά, κάτω από τα κλαδιά της οποίας γονάτισε την μαρτυρική εκείνη νύχτα, στο Όρος των Ελαιών.Βέβαια, όλοι ξέρουμε πως απείρως ανώτερος του υλικού φωτισμού είναι ο εσωτερικός, αγιοπνευματικός φωτισμός. Έγραφε λοιπόν ο Θεοφόρος Πατήρ Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός : “;Φωτίσωμεν …;γλώσσαν”; και συμπληρώνει ο σχολιαστής του : Επετεύχθη τούτο ;
Το λάδι συμβολίζει το άπειρο έλεος του Θεού, αλλά και τα κανδήλια συμβολίζουν την Εκκλησία που είναι μεταδοτική Θείου ελέους και φωτιστική. Συμβολίζουν βέβαια τους ίδιους τους αγίους που το Φώς τους έλαμψε, κατά το λόγο του Κυρίου, «έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα τον εν τοίς ουρανοίς».

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους πρέπει οι Ορθόδοξοι να ανάβουμε το καντήλι όπως για παράδειγμα
– για να μάς θυμίζει την ανάγκη για προσευχή,
– για να φωτίζει το χώρο και να διώκει το σκότος όπου επικρατούν οι δυνάμεις του κακού,
– για να μάς θυμίζει ότι ο Χριστός είναι το μόνο αληθινό Φώς και η πίστη σε Αυτόν είναι Φώς,
– για να μάς θυμίζει ότι η ζωή μας πρέπει να είναι φωτεινή,
– για να μάς θυμίζει ότι όπως το καντήλι απαιτεί το δικό μας χέρι για να ανάψει έτσι και η ψυχή απαιτεί το χέρι του Θεού, τη Χάρη Του δηλαδή,
– για να μάς θυμίζει ότι πρέπει το θέλημά μας να καεί και να θυσιαστεί
– για την αγάπη προς το Θεό κ.ά.

Εννοείται, βέβαια, ότι το λάδι των καντηλιών πρέπει να είναι ελαιόλαδο και μάλιστα όσο το δυνατόν καλύτερης ποιότητος. Άλλωστε ο Κύριος προσευχήθηκε στον κήπο των Ελαιών και ο ναός με τα κανδήλια μετατρέπεται σε νέο κήπο και ελέους (λαδιού) και Ελέους Θεϊκού Το λάδι τους μας θυμίζει την ευσπλαχνία του Θεού και το φως τους στη ζωή μας, που πρέπει να είναι φωτεινή και άγια.

Η φωτοχυσία του ναού συμβολίζει το θείο φως της παρουσίας του Θεού που φωτίζει τις καρδιές όχι μόνο των νεοφώτιστων αλλά και όλων των χριστιανών. Ο Κύριος φανέρωσε αυτή τη μεγάλη αλήθεια για τον εαυτό Του με τα ακόλουθα λόγια: “Εγώ ειμι το φως του κόσμου” (Ιωάν.8/η: 12). Είναι φως όχι μόνο λόγω της φωτεινής διδασκαλίας Του, αλλά κυρίως λόγω της φωτεινής παρουσίας Του. Αυτό επιβεβαιώνεται κυρίως από τη θαυμαστή Μεταμόρφωσή Του, όπου “έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως” (Ματθ.17/ιζ: 2).
Στο Σύμβολο της Πίστεως ο Υιός του Θεού παρουσιάζεται ως “φως εκ φωτός”. Στην ακολουθία του Εσπερινού επίσης ο υμνογράφος παρουσιάζει τον Κύριο ως “φως ιλαρόν”. Και οι χριστιανοί με τα μυστήρια της Εκκλησίας και τον πνευματικό τους αγώνα μπορούν να δεχθούν το φως της χάριτος του Αγίου Πνεύματος και να το ακτινοβολούν με τη ζωή τους.

Στην “επί του όρους” ομιλία ο Κύριος συμβουλεύοντας τους μαθητές Του είπε: “Υμείς εστε το φως του κόσμου…. ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς” (Ματθ 5/ε: 14-16). (Δηλαδή: Εσείς είστε το φως του κόσμου… έτσι να λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον πατέρα σας τον επουράνιο). Εδώ φαίνεται καθαρά ότι το φως των μαθητών του Χριστού είναι τα καλά έργα της αγιοπνευματικής ζωής τους. 

Οι άγιοι στην άλλη ζωή θα ομοιάσουν με τον Κύριο, θα γίνουν “θεοί κατά χάριν”. Αυτό το εκφράζει ο Κύριος καθαρά με τα προφητικά λόγια Του: “Τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτων” (Ματθ. 13/ιγ: 43).

www.greekpress.gr

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2019

Προσευχή για να βοηθάει ο Χριστός την οικογένεια μας


Έλα, Κύριε, να κατοικήσεις και να μείνεις μαζί μας…

Επιθυμούμε και Σε παρακαλούμε, να γίνεις Συ ο κηδεμόνας, ο σύντροφός μας, ο καλός μας σύμβουλος και διδάσκαλος, ο παντοδύναμος προστάτης και βοηθός και ο ιατρός των ασθενειών μας.
 

Δώσε, Κύριε, να βασιλεύει στο σπίτι μας το άγιο Θέλημά Σου.
Χάρισέ μας την ομόνοια, την ειρήνη, την αγάπη, την αμοιβαία ανοχή και μακροθυμία, την ενότητα, την υπομονή και κάθε αρετή.
Χάριζέ μας τα αγαθά Σου, τα πνευματικά και τα υλικά. Θρέψε μας με το λόγο Σου και τα άγια Μυστήριά Σου.
Αξίωσέ μας μέρα και νύχτα να δοξάζουμε και να ευλογούμε με καρδιά γεμάτη ευγνωμοσύνη το άγιο όνομά Σου και οδήγησε τα βήματά μας στην αιώνια οικογένεια της Βασιλείας Σου.

Αμήν.
Πηγή: panagiamegalohari.gr

Σάββατο 24 Αυγούστου 2019

Τι να λέμε όταν θυμιάζουμε στο σπίτι μας

Θυμιάτισμα: Όταν ξυπνήσουμε το πρωί και αφού έχουν φύγει τα πρόσωπα εκείνα που πιθανόν να τους ενοχλεί το λιβάνι για να μη τους δώσουμε αφορμή να αγανακτήσουν και να νευριάσουν και έτσι να χάσουμε την ήρεμη ψυχική κατάσταση που χρειάζεται για να λιβανίσουμε.

Ετοιμαζόμαστε λοιπόν και προτού πιούμε τον καφέ μας ή φάμε οτιδήποτε άλλο για πρωινό παίρνουμε το λιβανιστήρι.

Πρώτα λέμε την εξής προσευχή: Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου· έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή, εισάκουσόν με, Κύριε.
Θυμίαμά σοι προσφέρομεν, Χριστέ ο Θεός ημών, εις οσμήν ευωδίας πνευματικής· ο προσδεξάμενος εις το υπερουράνιόν σου Θυσιαστήριον, αντικατάπεμψον ημίν την χάριν του Παναγίου σου Πνεύματος.
Παίρνουμε άνθη από επιτάφιο ή άνθη από την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως που μας δίνει ο ιερέας δενδρολίβανο ή από την Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου τον βασιλικό ή και των Βαΐων τα βάγια τα ξεραίνουμε καλά, όχι στον ήλιο για μερικές ημέρες.
Αφού λοιπόν ξεραθούν καλά, τα τρίβουμε να γίνουν μικρά κομματάκια σαν τα όσπρια. Τα φυλάμε για όλο το χρόνο μέσα σε γυάλινο ή χάρτινο κουτί. Παίρνουμε το λιβανιστήρι και ντύνουμε με αλουμινόχαρτο το σκαφάκι του, καθώς επίσης και το επάνω μέρος του λιβανιστηριού.
Αυτό το κάνουμε για να μην τρίβουμε και να καθαρίζουμε το λιβανιστήρι που μετά από λίγο καιρό θα μαυρίσει και θα κολλάει. Κερδίζουμε έτσι κόπο και χρόνο.
Έτσι με αυτό τον τρόπο διατηρούμε το λιβανιστήρι μας καθαρό αφαιρώντας μόνο το αλουμινόχαρτο και βάζοντας καινούργιο μετά από λίγο διάστημα.
Αφού λοιπόν ετοιμάσαμε έτσι το λιβανιστήρι μας και έχουμε έτοιμα τα αποξηραμένα άνθη παίρνουμε με την τσιμπίδα μας μερικά και τα βάζουμε στο λιβανιστήρι.
Κατόπιν ανάβουμε το καρβουνάκι μας φυσώντας το συνέχεια μέχρις ότου κοκκινίσει καλά, και το βάζουμε αναμμένο επάνω στα άνθη του λιβανιστηριού.
Έπειτα παίρνουμε ένα σπυρί μοσχολίβανο εάν είναι μεγάλο ή τρία εάν τα σπυριά είναι μικρά. Βάζοντας τα επάνω στο αναμμένο καρβουνάκι το ένα σπυρί να λέμε ένας είναι ο Θεός.
Εάν βάλουμε 2 να λέμε δύο είναι οι φύσεις του Χριστού Θεός και άνθρωπος (Θεάνθρωπος) Ένας Θεός. Εάν βάλουμε τα τρία μικρά να λέμε Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα. Τρία πρόσωπα ένας Θεός. Αρχίζουμε λοιπόν να λιβανίζουμε πρώτα το εικονοστάσι με τις εικόνες και να λέμε στο Χριστό.
Κύριε ελέησον και ευλόγησαν τον οίκο τούτον ως αγαθός και ελεήμων Θεός. Μετά στην Παναγία και να λέμε Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς και προστάτεψε τους δούλους του υιού σου. Μετά τους Αγίους και να λέμε. Άγιοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ ημών. Δόξα σοι ο Θεός εν τοις Αγίοις αυτού δόξα σοι.
Αφού τελειώσουμε με το εικονοστάσι και τις εικόνες πηγαίνουμε σε κάθε ένα δωμάτιο και επάνω από το κρεβάτι του κάθε ατόμου να σταυρώνουμε τρεις φορές με το λιβανιστήρι λέγοντας.
Κύριε ελέησον και ευλόγησαν τον δούλον σου (τάδε ….. ) ως αγαθός και ελεήμων Θεός. Επαναλαμβάνουμε τρεις φορές. Τελειώνοντας τα δωμάτια βγαίνουμε στην εξώπορτα, και σταυρώνουμε τρεις φορές με το λιβανιστήρι λέγοντας τρεις φορές.
Κύριε αποδίωξαν κάθε εχθρό ορατών και αόρατων και πολέμιων εκ του οίκου τούτου ως αγαθός και ελεήμων και φιλάνθρωπος Θεός.
 Τέλος βγαίνοντας στην μπαλκονόπορτα για να αφήσουμε το λιβανιστήρι λέμε και εκεί σταυρώνοντας τρεις φορές με το λιβανιστήρι και λέγοντας τρεις φορές το Κύριε αποδίωξαν κάθε εχθρό και πολέμιον εκ του οίκου τούτου ως αγαθός και ελεήμων και φιλάνθρωπος Θεός.
Μετά το λιβάνισμα του σπιτιού μας κάνουμε την προσευχή μας προσευχόμενοι μπροστά στο εικονοστάσι με τις εικόνες, ανάβοντας τρία καθαρά κεριά ή δύο ή ένα.
Τα τρία είναι τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος τα δύο οι δύο φύσεις του Χριστού Θεού και ανθρώπου Θεάνθρωπος και το ένα δηλώνει τον ένα Αληθινό Θεό.
 Μόλις τελειώσουμε την προσευχή μας τα σβήνουμε τα κεριά. Την στάκτη από το λιβανιστήρι την άλλη μέρα την βάζουμε σε μια χαρτοπετσέτα και την ρίχνουμε σε ένα τενεκέ και όταν μαζευτούν πολλά τα καίμε, και την στάκτη από τον τενεκέ την θάβουμε στον κήπο μας ή εάν δεν έχουμε κήπο όταν βρεθούμε στο ύπαιθρο.Λιβανίζουμε έτσι κάθε πρωί (αλλά και οποιαδήποτε ώρα μέρα ή νύχτα μπορούμε να λιβανίζουμε) ούτως ώστε να μας έχει φυλαγμένους όλη μέρα ο Θεός η Παναγιά μας και οι Άγιοί μας.
ieramonopatia.gr